Όταν ένας εκπρόσωπος γερμανικής ομάδας εμπειρογνωμόνων επισκέφθηκε την αλυσίδα Σκλαβενίτης και ενημερώθηκε ότι η εν λόγω εταιρεία, μολονότι διέθετε μόλις 36 καταστήματα –όλα στην Αττική-, είναι η πλέον κερδοφόρος ελληνική αλυσίδα τροφίμων, ξεστόμισε με έκπληξη:
«Αυτή η εταιρεία αποτελεί φαινόμενο». Όλα αυτά για μια επιχείρηση που δεν έχει διαφημισθεί ποτέ στην τηλεόραση και η οποία, σε πείσμα των παγκοσμιοποιημένων καιρών, αρνείται με σθένος να πουληθεί σε πολυεθνικούς ομίλους.
Η ιστορία της οικογένειας Σκλαβενίτη διαδραματίζεται στη Λευκάδα, στη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα. Απίστευτη αλλαγή για την “Σκλαβενίτης”: Η κίνηση ματ και η μεγάλη ανατροπή στα σούπερ μάρκετ!
Εκεί, ο Γεράσιμος Σκλαβενίτης, πατέρας τεσσάρων παιδιών, δραστηριοποιείται εμπορικά εισάγοντας ξύλο και εξάγοντας 1κρασί. Η εταιρεία του ήταν άκρως επιτυχημένη, τουλάχιστον έως το 1936, όταν συνέβη ένα ατύχημα σε μια μεγάλη παρτίδα εμπορευμάτων που προοριζόταν για το εξωτερικό.
Η οικονομική ζημιά μπορεί να ήταν δυσβάσταχτη, όμως, σε μια εποχή όπου η αποτυχία αποτελούσε στίγμα για την προσωπικότητα κάποιου, θα ωχρειούσε μπροστά στη ζημιά που υπέστη η αξιοπιστία και η φήμη της οικογένειας. Αναγκασμένη κατά κάποιο τρόπο αλλά και αναζητώντας ένα νέο ξεκίνημα, η οικογένεια Σκλαβενίτη καταφθάνει στην Αθήνα, όπου δυστυχώς οι συνθήκες δεν είναι και οι πλέον ιδανικές, λόγω του επικείμενου πολέμου.
Στην κατοχή, η φτωχή οικογένεια θα δοκιμαστεί σκληρά και θα λυγίσει, αφού και οι δύο γονείς λιμοκτονούν και πεθαίνουν. Τότε, ως προστάτης της οικογένειας αναλαμβάνει ο μεγαλύτερος γιος, ο 18χρονος Ιωάννης, ο οποίος κρατάει τα λογιστικά βιβλία σε μια βιοτεχνία οικιακών σκευών. Στη βιοπάλη θα μπει σύντομα και ο μικρότερος αδερφός του, Σπύρος, που θα απασχοληθεί σε εργοστάσιο σαπωνοποιίας αλλά και στον Ερυθρό Σταυρό ως φύλακας.
Εικάζεται, μάλιστα, ότι αναπτύσσουν και πολεμική δράση σε ομάδα κρούσης με έδρα τα Πετράλωνα, αν και κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ από την ιδιαίτερα φειδωλή οικογένεια. Η πρώτη επιχειρηματική δραστηριότητα των δύο αδερφών συμπίπτει με το τέλος του πολέμου, όταν αρχίζουν να διαθέτουν στην Κεντρική Αγορά κανναβούρι, κεχρί, καθώς και είδη πρώτης ανάγκης.
Σύντομα θα στραφούν στο εμπόριο μπαχαρικών και ειδών μαναβικής, όπου θα γνωρίσουν τον Μιλτιάδη Παπαδόπουλο, με τον οποίον το 1954 προχωρούν στη σύσταση χονδρεμπορικής εταιρείας, της ‘’Σκλαβενίτης & Σία’’, με αντικείμενο την πώληση τροφίμων και έδρα τα Πετράλωνα.
Λίγα χρόνια αργότερα, οι τρεις φίλοι αποφασίζουν να εκμεταλλευτούν ένα νέο μέσο, το τηλέφωνο, το οποίο είχε αρχίσει να ‘’διεισδύει’’ στο μέσο ελληνικό νοικοκυριό. Πρωτοτυπούν, λοιπόν, ιδρύοντας δίπλα στον Κηφισό, σε μια περιοχή που τότε υπήρχαν μόνο χωράφια, την ‘’ΤΥΛΕΞΥΠ’’, την πρώτη εταιρεία τηλεφωνικών παραγγελιών στην Ελλάδα.
Χάρη στις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές της, η πρώτη εταιρεία τύπουdelivery στην Ελλάδα θα γινόταν γνωστή σε όλο το λεκανοπέδιο και ουσιαστικά θα αποτελούσε τον προάγγελο για την ενασχόληση των τριών ανδρών με τα σούπερ μάρκετ.
Όντως, το 1969, στο τέλος μιας δεκαετίας όπου η χώρα μας γνώρισε σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, ιδρύεται το πρώτο σούπερ μάρκετ της εταιρείας, το οποίο ήταν και το μεγαλύτερο στη χώρα, με χώρους πώλησης που έφθαναν τα 2.000 τ.μ.
Υιοθετώντας ως σλόγκαν το «τόσο φθηνά, όσο πουθενά» και με την άριστη ποιότητα προϊόντων και υπηρεσιών που προσέφερε (λέγεται ότι οι εργαζόμενοι της εν λόγω αλυσίδας είναι οι καλύτερα αμειβόμενοι στον χώρο των σούπερ μάρκετ – αρκετοί δε θα έπαιρναν σύνταξη από την εταιρεία), το νέο κατάστημα θα προσελκύσει ορδές πελατών, ενώ θα ‘’ανοίξει την όρεξη’’ των ιδρυτών, που μέσα στα επόμενα χρόνια θα ανοίξουν άλλα δύο καταστήματα, στο Περιστέρι και τα Καμίνια.
Όλα αυτά ωθούν και τον τρίτο αδερφό, που έως τότε είχε επιλέξει την καριέρα στρατιωτικού, τον Νάσο Σκλαβενίτη, να προσχωρήσει στην εταιρεία – εν τέλει, ‘’εκτός νυμφώνος’’ έμεινε μόνο η Θεοδώρα, το πρωτότοκο τέκνο, αφού τα χρόνια εκείνα δεν ήταν ‘’πρέπων’’ -ιδιαίτερα σε συντηρητικές οικογένειες- για μια γυναίκα να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις.
Έκτοτε η ανάπτυξη είναι σταθερή, αφού μέχρι το 1993, χρονιά θανάτου του Ιωάννη Σκλαβενίτη, θα ιδρυθούν, κυρίως σε περιοχές όπου έως τότε ‘’βασίλευαν’’ τα μπακάλικα, 26 νέα καταστήματα – σήμερα η εταιρεία διαθέτει 71 καταστήματα (από αυτά, τα 35 λειτούργησαν από το 2006 και μετά).
Παρά την συνειδητή απόφαση να μην επεκταθεί η αλυσίδα εκτός Αττικής, η κερδοφορία και οι πωλήσεις της παρέμεναν όλα αυτά τα χρόνια σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, τραβώντας την προσοχή ξένων ομίλων που κατά καιρούς έκαναν δελεαστικές προτάσεις.
Παροιμιώδης ήταν η λευκή επιταγή που προσέφερε το 1999 ο τότε μάνατζερ της Carrefour, για να εισπράξει την ευγενική απάντηση από τον Σπύρο Σκλαβενίτη: «Μα δεν καταλάβατε, δεν σκοπεύουμε να πουλήσουμε».
Η απάντηση του εκνευρισμένου μάνατζερ ήταν μάλλον αλαζονική: «Σε πέντε χρόνια θα αναγκαστείτε να πουλήσετε, αλλά με τους δικούς μας όρους».
Μπορεί τα πέντε χρόνια να πέρασαν και ο Σπύρος Σκλαβενίτης, ο τελευταίος επιζών εκ των ιδρυτών, να πέθανε το 2006, όμως τα παιδιά του, που εξαγόρασαν τις μετοχές από τους απογόνους των υπολοίπων ιδρυτών, εξακολουθούν να διακατέχονται από το ίδιο ακριβώς δόγμα: να παραμείνει η επιχείρηση ανεξάρτητη και ελληνική.